ΟΙ ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ

Κάποτε βασίλευε ο Αίσονας. Ο αδελφός του όμως, ο Πελίας, πήρε με τη βία το θρόνο και τον έδιωξε από το παλάτι. Ο Ιάσονας μεγάλωσε κοντά στον Κένταυρο Χείρωνα, στις καταπράσινες πλαγιές του Πηλίου. Τον έστειλε ο πατέρας του, ο Αίσονας, όταν ήταν ακόμη μωρό παιδάκι για να τον κρύψει από το θείο του, τον Πελία. Οι γονείς του Ιάσονα φοβήθηκαν ότι αργότερα ο κακός βασιλιάς μπορεί να τα βάλει με το γιο τους, που ήταν νόμιμος διάδοχος του θρόνου. Όταν μεγάλωσε ο Ιάσονας πήγε στην Ιωλκό να ζητήσει το θρόνο του πατέρα του. Στο δρόμο, όμως, έχασε το ένα του σανδάλι. Ο Πελίας μόλις είδε τον Ιάσονα τρόμαξε, γιατί κάποτε είχε πάρει χρησμό που έλεγε "να φοβάται τον μονοσάνδαλο". Ο Πελίας έκανε τάχα ότι χάρηκε που εμφανίστηκε έτσι αναπάντεχα ο Ιάσονας. Του είπε όμως, ότι για να του δώσει το θρόνο θα έπρεπε να πάει στη μακρινή Κολχίδα να φέρει το χρυσόμαλλο δέρας.

Ο πονηρός Πελίας ήταν σίγουρος ότι ο Ιάσονας δε θα επέστρεφε ζωντανός από αυτήν την περιπέτεια. Βασιλιάς της Κολχίδας ήταν ο Αιήτης. Αυτός είχε βάλει ένα φοβερό δράκο να φυλάει το χρυσόμαλλο δέρας, για να μη μπορέσει κανείς να του πάρει αυτό το θησαυρό που έφτασε ουρανοκατέβατος στη χώρα του. Ο Ιάσονας ζήτησε από τους καλύτερους μαστόρους να του φτιάξουν ένα γερό και γρήγορο πλοίο που το ονόμασαν "Αργώ". Η θεά Ήρα που προστάτευε τον Ιάσονα έστειλε την Αθηνά να επιβλέπει την κατασκευή του πλοίου. Όταν όλα ετοιμάστηκαν, ξεκίνησαν το ταξίδι τους για την Κολχίδα, μα ο δρόμος τους ήταν πολύ δύσκολος. Κάποτε έφτασαν στις Συμπληγάδες Πέτρες, δυο βράχους που ανοιγόκλειναν με μεγάλη ταχύτητα και δεν άφηναν κανέναν να περάσει από εκεί. Ο μάντης Φινέας τους συμβούλεψε να αφήσουν πρώτα ένα περιστέρι να πετάξει ανάμεσα από τις Συμπληγάδες. Αν τα κατάφερνε το περιστέρι, τότε θα περνούσαν κι εκείνοι. Πράγματι, όλοι μαζί οι αργοναύτες άρχισαν να κωπηλατούν πολύ γρήγορα για να περάσουν και τελικά τα κατάφεραν. Μετά από πολλούς κινδύνους κατόρθωσαν να φτάσουν στην Κολχίδα. Ο Αιήτης για να δώσει το δέρας στον Ιάσονα, του ανέθεσε να εκτελέσει δύσκολους άθλους. Η Μήδεια, η κόρη του Αιήτη, βοήθησε τον Ιάσονα να τα καταφέρει. Η ίδια έγινε αόρατη, έσταξε στα μάτια του Δράκου, που φύλαγε το χρυσόμαλλο δέρας,  ένα μαγικό υγρό και αυτός αποκοιμήθηκε. Έτσι ο Ιάσονας άρπαξε το χρυσόμαλλο δέρας και γύρισε πίσω στην Ιωλκό.